Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Παραμύθι (Δίχως Τέλος) #2


      Κάπως έτσι πρέπει να ήταν... Σαν σταχτοπούτα χωρίς το γοβάκι της ένοιωθε. Αχ! Ας έβρισκε κάποιος το "γοβάκι" της να την το φέρει πίσω! Όλες οι ελπίδες της είχαν κρεμαστεί τώρα σ' αυτό... “Τι θα γινόταν η σταχτοπούτα χωρίς αυτό το μοιραίο παπούτσι; Πώς θα την έβρισκε ο πρίγκιπας; Χωρίς αυτό η ζωή θα έσερνε τα βήματά της... σε δρόμους δύσκολους μάλλον. Δεν θα είχε ίσως όμορφη εξέλιξη  και ποτέ κανείς δεν θα έλεγε την ιστορία της, γιατί κι εκείνοι που την ήξεραν θα ήθελαν μάλλον να την ξεχάσουν." Ανατρίχιασε! Για πρώτη  φορά από την ώρα που χωρίστηκαν με τον Ηλία, ένοιωσε να φοβάται. "Αχ καλό μου γοβάκι" είπε δυνατά. "Κάνε να σε βρει ο πρίγκιπας". Άλλαξε την τροπή αυτής της θλιβερής ιστορίας".
   Η δική της ιστορία παρακαλούσε να αλλάξει. Το γαλάζιο μαντήλι, σημάδι από την δική της πορεία, παρακαλούσε να βρεθεί.     ----- απόσπασμα από το παραμύθι δίχως τέλος -----

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Το Κουτί της Πανδώρας

Ταξίδια στο απροσδιόριστο παρελθόν.
  Τότε που οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δημιουργούσαν με τη φαντασία τους χιλιάδες μύθους που περνούσαν από χείλη σε χείλη, από παππούδες και γιαγιάδες στα εγγόνια, σαν παραμύθια. Τους μύθους αυτούς οι ποιητές τους έκαναν ποιήματα, οι ζωγράφοι έργα ζωγραφικής και οι γλύπτες αγάλματα.

Ο μύθος
 "Ο Δίας μοίρασε χαρίσματα σε όλους τους Θεούς μα δε νοιάστηκε πολύ για τους ανθρώπους. Όμως ο Προμηθέας, γιος του τιτάνα Ιαπετού και της Κλυμένης, επειδή αγαπούσε και λυπόταν τους ανθρώπους, ανέβηκε στον Όλυμπο κι από το εργαστήρι του Ήφαιστου έκλεψε τη φωτιά, την έβαλε μέσα σ' ένα κούφιο καλάμι και την έδωσε στους ανθρώπους. Και τους έμαθε να λιώνουν τα μέταλλα και να φτιάχνουν εργαλεία. 
  Ο Δίας τότε θύμωσε πολύ. Πήγε τον Προμηθέα σ' ένα ψηλό βουνό, τον Καύκασο, και διέταξε να τον δέσουν πάνω σε έναν βράχο με χοντρές αλυσίδες που του έφτιαξε ο Ήφαιστος. Και κάθε μέρα έστειλε έναν αετό που του έτρωγε το συκώτι. Τριάντα χρόνια έμεινε δεμένος ο Προμηθέας στον Καύκασο, ώσπου κάποτε πέρασε από εκεί ο Ηρακλής και τον ελευθέρωσε. 
[(Απόσπασμα από το έργο του Αισχύλου  "Προμηθέας Δεσμώτης", όταν ο χορός ρωτά τον Προμηθέα ποιό ήταν το αμάρτημα για το οποίο τιμωρείται)
Προμηθέας: "έκανα τους θνητούς να πάψουν να προβλέπουν το θάνατό τους ως μοιραίο"
Χορός: "και τι φάρμακο βρήκες γι' αυτό;" 
Προμηθέας: "τους έδωσα τυφλές ελπίδες
Χορός: "σπουδαία λύση βρήκες"]

Αλλά ούτε οι άνθρωποι γλίτωσαν από το θυμό του Δία. Σκέφτηκε να τους στείλει συμφορές. Γι' αυτό διέταξε τον Ήφαιστο να φτιάξει μια γυναίκα από χώμα και νερό. Της έδωσε ζωή και όλοι οι θεοί της έδωσαν δώρα: η Αθηνά σοφία, η Αφροδίτη ομορφιά, ο Ερμής πονηριά κτλ. Την ονόμασαν Πανδώρα και ο Δίας την έστειλε στη γη, δίνοντάς της ένα πιθάρι, που εκεί μέσα είχε κλείσει όλες τις συμφορές. 
  Η Πανδώρα, αφού κατέβηκε στη γη, γεμάτη περιέργεια άνοιξε το πιθάρι. Χύθηκαν τότε έξω όλες οι συμφορές: το μίσος, η απάτη, ο πόλεμος, η πείνα, οι αρρώστιες. Στον πάτο όμως του πιθαριού ο Δίας είχε βάλει την Ελπίδα, που φώλιασε στις καρδιές των ανθρώπων, για να τους δίνει θάρρος και παρηγοριά να συνεχίζουν την ζωή τους." (΄όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Γ' Δημοτικού - σελ. 19)

  Το πιθάρι (ή "κουτί" όπως επικράτησε εξαιτίας παράφρασης του μύθου) συμβολίζεται ως "δώρο κακών προθέσεων" που αποσκοπεί στο να ξεχυθούν όλα τα δεινά στην ανθρωπότητα. Η ενέργεια του Δία -σύμφωνα με τον Ησίοδο- να κρατήσει την ελπίδα μέσα στο πιθάρι, δεν είναι εύκολο να ερμηνευθεί.  
  • Αποτελεί άραγε μια ύστατη κίνηση καλής πρόθεσης; Οι άνθρωποι συχνά θεωρούν ότι η ελπίδα τους δίνει θάρρος και παρηγοριά να συνεχίζουν την ζωή τους.
  • Υπάρχουν όμως και κάποιες στιγμές που γίνονται δέσμιοι της ελπίδας και μοιάζουν ανίκανοι να δράσουν. Το αίσθημα του "μοιραίου" δυναμώνει και φαίνεται να τους υποτάσσει.  Το ερώτημα σε σχέση με την θεϊκή παρέμβαση αντιστρέφεται. Μήπως τελικά είναι ύστατη κίνηση αντεκδίκησης; Η ελπίδα τότε ξεπροβάλλει ως "ανάποδη χαρά", ως μια ψευδαίσθηση που αναστέλλει πιθανόν την κινητοποίηση και που δίχως αυτήν οι άνθρωποι θα ζούσαν πραγματικά ελεύθεροι να δράσουν, να αντιδράσουν και να εξελιχθούν
  [Σε άλλη εκδοχή του μύθου της Πανδώρας, το πιθάρι περιείχε τα δώρα του γάμου της και της είχε δοθεί η εντολή να μην το ανοίξει. Στην περίπτωση αυτή το άνοιγμα ή μη του πιθαριού παραπέμπει στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Το ερώτημα περί ελπίδας ωστόσο παραμένει αναπάντητο. Είναι άραγε συμφορά που πρέπει να σφραγιστεί ή θεϊκή φιλευσπλαχνία την ύστατη ώρα παράβασης του θεϊκού νόμου;]

Η απάντηση εξαρτάται από το αν θεωρεί κάποιος την Ελπίδα φυλακή ή διαφύλαξη της ψυχής.
............................................................................................................................................................

Ταξίδι στο ρευστό παρόν. 
  Τη στιγμή που ο μύθος ζωντανεύει. Η αφεντιά μου αναβιώνει -τρόπον τινά- το μύθο, τον παρατηρεί  και αμπελοφιλοσοφεί σε σχέση με τα δρώμενα.
  Το δικό μας "κουτί της Πανδώρας" το εμπιστεύομαι και σε σένα. Για Δεινά ή Δώρα που δεν αφορούν μόνο έναν, το βάρος των ευθυνών για τη φυλακή ή διαφύλαξη τους, είναι δίκαιο να μοιράζεται.