Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Το Προαιώνιο Ζεύγος

Η Ανέμη πλέκει την δική της ιστορία για την ζωή και μας την χαρίζει μέσα από μια παράσταση που το μάτι δυσκολεύεται να συλλάβει τις αμέτρητες λεπτομέρειές της. Τα τύπου I και τύπου II λάθη δεν αφαιρούν τίποτα από την ομορφιά της παράστασης. Συμπληρώνουν τα κενά από το κομμάτι που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί και αφηγούνται με έναν παράδοξο τρόπο την ανείπωτη ιστορία. Το προαιώνιο ζευγάρι αντιθέτων διεκδικεί το μερίδιο του. 
                                       

Πότε ο ένας, πότε ο άλλος φανερώνουν την υπεροχή τους πάνω σε τούτη την παράσταση και κοιτώντας τη θαρρείς πως ...είναι η σκιά του ενός που ορίζει την ύπαρξη του άλλου. 


Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Ζητείται Ελπίς

"Ο ταμίας δεν σήκωσε καν το κεφάλι του για να δει ότι περνούσαμε στη χώρα του ανέφικτου χωρίς το εισητήριο της επιστροφής σφραγισμένο. Ήταν πολύ απασχολημένος καθώς μετρούσε τους οβολούς από τα τελευταία ταξίδια των παρ’ ολίγο ζωντανών.
Ώσπου δεν αντέξαμε, τον σκουντήσαμε και φωνάξαμε με όση δύναμη μας είχε απομείνει: «πάμε καλά από εδώ;». Γύρισε τότε προς το μέρος μας και μας κοίταξε βαθιά στα μάτια που ποτέ δεν είχαμε, «πού πάτε;» μας ρώτησε, μα εμείς δεν βρήκαμε καμία καινούρια απάντηση να του δώσουμε κι έτσι αγκαλιαστήκαμε και προσευχηθήκαμε κάποιος να είχε φέρει μαζί του έναν χάρτη ή το κράνος του Άδη. Κι από τότε εμείς ξέρουμε πως αυτά που όλοι θεωρούν σταγόνες της βροχής είναι στην πραγματικότητα τα δάκρυα μερικών σωμάτων που στράγγιξαν από την απόγνωση."

(Κώστας Τ.)
------------------------------------------------------------------------------------------



            ή έστω ΛΕΠΙΣ 
να κόψουμε καμιά φλέβα ή κανέναν γόρδιο δεσμό που δεν λύνεται!

------------------------------------------------------------------------------------------


Γιατί ο ήλιος έπαψε να είναι αδιάκριτος και να μπαίνει απρόσκλητος -όπως συνήθιζε- στα πιο απόκρυφα δωμάτια του μυαλού μου. Γιατί το νέφος έγινε πυκνό. Σε μια στιγμή, σε μια μέρα, σ΄έναν χρόνο - δεν κατάλαβα ακριβώς πότε. Γιατί βρέχει έξω και η βροχή ποτίζει το μαξιλάρι μου πριν κοιμηθώ γιατί έμεινα, γιατί δείλιασα, γιατί αγάπησα την βολή μου και κολύμπησα όπως πάει το ρεύμα. Γιατί μέρα με τη μέρα γίνομαι το αρνητικό του εαυτού μου, η σκιά μου! 

Ας είναι τουλάχιστον μέσα από κάθε βροχή ν' ανθίζει η ελπίδα που έτσι κι αλλιώς φυτρώνει σαν τα λουλούδια του κάμπου ...εκεί που δεν την περιμένεις! 




Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Χμμμ.. :-)





- Αν καμιά φορά βρεθούμε

η ανάσα θα κοπεί
ούτε λέξη δεν θα πούμε
μα, θα τα 'χουμ' όλα πει

     - Κι αν ρωτήσεις πώς περνάω
θα σου πω δυο ψέματα
ένα πως δε σ' αγαπάω
κι ένα πως σε ξέχασα




Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Κάθε Μέρα ο Ήλιος Βασιλεύει

Έχει ξημερώσει για τα καλά! Το ξυπνητήρι υπηρετώντας την χρόνια συνήθειά σου, επισημαίνει ότι συμπλήρωσες 8 ώρες ύπνου. Το κλείνεις και για λίγα λεπτά αναλογίζεσαι την ματαιότητα να το ενεργοποιείς (και μάλιστα με ακρίβεια οκτάωρου) Κάθε μέρα. Αποχωρίζεσαι το κρεβάτι όχι επειδή έχεις να κάνεις κάτι, αλλά από ανάγκη να ξεπιαστείς. Μηχανικά κάνεις τις όποιες απαραίτητες κινήσεις του πρωινού. Το νερό που ρίχνεις στο πρόσωπό σου δεν  το καθαρίζει, ούτε σε ξυπνά. Κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και διακρίνεις θαμπάδα και κούραση. Μια ίδια μέρα με την χθεσινή και την προχθεσινή ξεκινά.  Φτιάχνεις καφέ και πάλι από συνήθεια -κι όχι γιατί έχεις την ψευδαίσθηση ότι θα σε ενεργοποιήσει - και ακολουθείς τους γνώριμους μονότονους ρυθμούς. Ούτε οι μικρές εκπλήξεις κατά την διάρκεια της ημέρας σε ξαφνιάζουν πια! Μπορεί να μην τις γνωρίζεις αλλά έχεις σχεδόν την βεβαιότητα πως θα υπάρξουν. Οι ώρες περνούν και σε βρίσκουν χαράματα στο κρεβάτι να ρυθμίζεις με συνέπεια το ξυπνητήρι σου! Άλλη μια "Deja vu"-ημέρα τελείωσε!

 Deja vu, deja vu, deja vu! Η αίσθηση εκείνη ότι έχεις ξαναζήσει την ίδια κατάσταση. Με τι καρδιά θα σηκωθείς ξανά σε 8 ώρες;   
 "Ολόκληρη", απαντάς στον εαυτό σου! Σαν η μισή καρδιά σου να ξαναγέμισε από πείσμα και να έγινε ολόκληρη πάλι! Deja vu! "Η πρώτη μέρα της καινούριας μου ζωής είναι η αυριανή"! 

Το πιστό ξυπνητηράκι με την γνώριμη φωνούλα του σου λέει πως ο ήλιος βασιλεύει! Πριν καλά-καλά αφήσεις το κρεβάτι σου, παίρνεις στο τηλέφωνο κάποιον από τους φίλους σου -που δόξα τον Θεό είναι αρκετοί- να πιείτε παρέα καφεδάκι και να κανονίσετε πιθανότατα για αργότερα κάποια από τις γνώριμες συνήθειές σας που σου δίνουν χαρά. Σηκώνεσαι σβέλτα, ρίχνεις νεράκι στο πρόσωπό σου και χαμογελάς στο είδωλό σου! Μια ολοκαίνουρια Μέρα του Θεού σε περιμένει γεμάτη μικρά και μεγάλα μυστικά έτοιμα να σου αποκαλυφθούν και να σε κάνουν πιο συγκροτημένο και χαρούμενο άνθρωπο! Deja vu! 

Πότε έτσι, πότε αλλιώς...οι μέρες κι οι μήνες (για να μην πω τα χρόνια) κυλούν! Χωρίς μεγάλα κέρδη, χωρίς ιδιαίτερες απώλειες. Από την μια η στασιμότητα, από την άλλη το σθένος. Το σθένος!!! Αυτό που εξισορροπεί τις δυσκολίες μέχρι να έρθει η κατάλληλη στιγμή και η ζυγαριά να γύρει στις χαρές!!

Η πρώτη μέρα της καινούριας μου ζωής είναι αύριο!

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Παραμύθι (Δίχως Τέλος) #2


      Κάπως έτσι πρέπει να ήταν... Σαν σταχτοπούτα χωρίς το γοβάκι της ένοιωθε. Αχ! Ας έβρισκε κάποιος το "γοβάκι" της να την το φέρει πίσω! Όλες οι ελπίδες της είχαν κρεμαστεί τώρα σ' αυτό... “Τι θα γινόταν η σταχτοπούτα χωρίς αυτό το μοιραίο παπούτσι; Πώς θα την έβρισκε ο πρίγκιπας; Χωρίς αυτό η ζωή θα έσερνε τα βήματά της... σε δρόμους δύσκολους μάλλον. Δεν θα είχε ίσως όμορφη εξέλιξη  και ποτέ κανείς δεν θα έλεγε την ιστορία της, γιατί κι εκείνοι που την ήξεραν θα ήθελαν μάλλον να την ξεχάσουν." Ανατρίχιασε! Για πρώτη  φορά από την ώρα που χωρίστηκαν με τον Ηλία, ένοιωσε να φοβάται. "Αχ καλό μου γοβάκι" είπε δυνατά. "Κάνε να σε βρει ο πρίγκιπας". Άλλαξε την τροπή αυτής της θλιβερής ιστορίας".
   Η δική της ιστορία παρακαλούσε να αλλάξει. Το γαλάζιο μαντήλι, σημάδι από την δική της πορεία, παρακαλούσε να βρεθεί.     ----- απόσπασμα από το παραμύθι δίχως τέλος -----

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Το Κουτί της Πανδώρας

Ταξίδια στο απροσδιόριστο παρελθόν.
  Τότε που οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δημιουργούσαν με τη φαντασία τους χιλιάδες μύθους που περνούσαν από χείλη σε χείλη, από παππούδες και γιαγιάδες στα εγγόνια, σαν παραμύθια. Τους μύθους αυτούς οι ποιητές τους έκαναν ποιήματα, οι ζωγράφοι έργα ζωγραφικής και οι γλύπτες αγάλματα.

Ο μύθος
 "Ο Δίας μοίρασε χαρίσματα σε όλους τους Θεούς μα δε νοιάστηκε πολύ για τους ανθρώπους. Όμως ο Προμηθέας, γιος του τιτάνα Ιαπετού και της Κλυμένης, επειδή αγαπούσε και λυπόταν τους ανθρώπους, ανέβηκε στον Όλυμπο κι από το εργαστήρι του Ήφαιστου έκλεψε τη φωτιά, την έβαλε μέσα σ' ένα κούφιο καλάμι και την έδωσε στους ανθρώπους. Και τους έμαθε να λιώνουν τα μέταλλα και να φτιάχνουν εργαλεία. 
  Ο Δίας τότε θύμωσε πολύ. Πήγε τον Προμηθέα σ' ένα ψηλό βουνό, τον Καύκασο, και διέταξε να τον δέσουν πάνω σε έναν βράχο με χοντρές αλυσίδες που του έφτιαξε ο Ήφαιστος. Και κάθε μέρα έστειλε έναν αετό που του έτρωγε το συκώτι. Τριάντα χρόνια έμεινε δεμένος ο Προμηθέας στον Καύκασο, ώσπου κάποτε πέρασε από εκεί ο Ηρακλής και τον ελευθέρωσε. 
[(Απόσπασμα από το έργο του Αισχύλου  "Προμηθέας Δεσμώτης", όταν ο χορός ρωτά τον Προμηθέα ποιό ήταν το αμάρτημα για το οποίο τιμωρείται)
Προμηθέας: "έκανα τους θνητούς να πάψουν να προβλέπουν το θάνατό τους ως μοιραίο"
Χορός: "και τι φάρμακο βρήκες γι' αυτό;" 
Προμηθέας: "τους έδωσα τυφλές ελπίδες
Χορός: "σπουδαία λύση βρήκες"]

Αλλά ούτε οι άνθρωποι γλίτωσαν από το θυμό του Δία. Σκέφτηκε να τους στείλει συμφορές. Γι' αυτό διέταξε τον Ήφαιστο να φτιάξει μια γυναίκα από χώμα και νερό. Της έδωσε ζωή και όλοι οι θεοί της έδωσαν δώρα: η Αθηνά σοφία, η Αφροδίτη ομορφιά, ο Ερμής πονηριά κτλ. Την ονόμασαν Πανδώρα και ο Δίας την έστειλε στη γη, δίνοντάς της ένα πιθάρι, που εκεί μέσα είχε κλείσει όλες τις συμφορές. 
  Η Πανδώρα, αφού κατέβηκε στη γη, γεμάτη περιέργεια άνοιξε το πιθάρι. Χύθηκαν τότε έξω όλες οι συμφορές: το μίσος, η απάτη, ο πόλεμος, η πείνα, οι αρρώστιες. Στον πάτο όμως του πιθαριού ο Δίας είχε βάλει την Ελπίδα, που φώλιασε στις καρδιές των ανθρώπων, για να τους δίνει θάρρος και παρηγοριά να συνεχίζουν την ζωή τους." (΄όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Γ' Δημοτικού - σελ. 19)

  Το πιθάρι (ή "κουτί" όπως επικράτησε εξαιτίας παράφρασης του μύθου) συμβολίζεται ως "δώρο κακών προθέσεων" που αποσκοπεί στο να ξεχυθούν όλα τα δεινά στην ανθρωπότητα. Η ενέργεια του Δία -σύμφωνα με τον Ησίοδο- να κρατήσει την ελπίδα μέσα στο πιθάρι, δεν είναι εύκολο να ερμηνευθεί.  
  • Αποτελεί άραγε μια ύστατη κίνηση καλής πρόθεσης; Οι άνθρωποι συχνά θεωρούν ότι η ελπίδα τους δίνει θάρρος και παρηγοριά να συνεχίζουν την ζωή τους.
  • Υπάρχουν όμως και κάποιες στιγμές που γίνονται δέσμιοι της ελπίδας και μοιάζουν ανίκανοι να δράσουν. Το αίσθημα του "μοιραίου" δυναμώνει και φαίνεται να τους υποτάσσει.  Το ερώτημα σε σχέση με την θεϊκή παρέμβαση αντιστρέφεται. Μήπως τελικά είναι ύστατη κίνηση αντεκδίκησης; Η ελπίδα τότε ξεπροβάλλει ως "ανάποδη χαρά", ως μια ψευδαίσθηση που αναστέλλει πιθανόν την κινητοποίηση και που δίχως αυτήν οι άνθρωποι θα ζούσαν πραγματικά ελεύθεροι να δράσουν, να αντιδράσουν και να εξελιχθούν
  [Σε άλλη εκδοχή του μύθου της Πανδώρας, το πιθάρι περιείχε τα δώρα του γάμου της και της είχε δοθεί η εντολή να μην το ανοίξει. Στην περίπτωση αυτή το άνοιγμα ή μη του πιθαριού παραπέμπει στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Το ερώτημα περί ελπίδας ωστόσο παραμένει αναπάντητο. Είναι άραγε συμφορά που πρέπει να σφραγιστεί ή θεϊκή φιλευσπλαχνία την ύστατη ώρα παράβασης του θεϊκού νόμου;]

Η απάντηση εξαρτάται από το αν θεωρεί κάποιος την Ελπίδα φυλακή ή διαφύλαξη της ψυχής.
............................................................................................................................................................

Ταξίδι στο ρευστό παρόν. 
  Τη στιγμή που ο μύθος ζωντανεύει. Η αφεντιά μου αναβιώνει -τρόπον τινά- το μύθο, τον παρατηρεί  και αμπελοφιλοσοφεί σε σχέση με τα δρώμενα.
  Το δικό μας "κουτί της Πανδώρας" το εμπιστεύομαι και σε σένα. Για Δεινά ή Δώρα που δεν αφορούν μόνο έναν, το βάρος των ευθυνών για τη φυλακή ή διαφύλαξη τους, είναι δίκαιο να μοιράζεται.  

                            




Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Κάποιος





Κάποιος ακούει μέσα μου κι ακούει ότι μ’ ακούει.
Με συναντάει το απόγευμα σε μια γωνιά του δρόμου,
μαντεύοντας ποιος θα ’ναι εκεί κι όσα θα μου συμβούνε.

Κάποιος που είναι μέσα μου χτίζει ένα σπιτάκι
και το γκρεμίζει γρήγορα πριν να το κατοικήσω.
Κάποιος που είναι πάντοτε μπροστά και δεν μ’ αφήνει
κλείνοντας και φράζοντας το δρόμο, να περάσω.

Κάποιος κινείται μέσα μου και ξεκινάει σαν τρένο
γεμάτος ανυπόμονους κι ωραίους ταξιδιώτες.
Κάποιος μου λέει πως είναι αργά και δεν θα ’ρθουνε εγκαίρως
να μας γλιτώσουν οι καλοί απ’ τις κακές διαθέσεις.

Κάποιος μου λέει, για στάσου, ένα λεπτό περίμενε.
Στάσου να δω ποιος είσαι εσύ, ποιος είναι αυτός, πού πάμε.
Μα ήταν άλλος από αυτόν που νόμιζα πως ήταν
και που ’ναι πάντα μακριά από εκείνο που είναι.

Κάποιος θυμάται μέσα μου έναν παλιό του φίλο.
Τότε που πέφταν κανονιές η μια πάνω στην άλλη.
Κάποιος μου λέει, δεν είμαι εγώ, που γράφω αυτή την ώρα
μα ένα χέρι ελαστικό που σπρώχνει το δικό μου.

Κάποιος μιλάει μέσα μου όταν μιλάω με κάποιον.
Και του εξηγεί πώς γίνεται το κάθετι στον κόσμο.
Πώς γίνεται το ανώμαλο απ’ το κανονικό.
Κι ο καπνός απ’ τη φωτιά πώς βγαίνει γαλανόλευκος.

Κι απ’ τη βροχή το σύννεφο πώς χαμηλώνει αθόρυβα.
Κι αδειάζοντας πώς πέθαινε επάνω από τα σπίτια.
Κι από την πόρτα του μυαλού μια σκέψη πώς μπαινόβγαινε
αλείβοντας τα λόγια της με της μιλιάς το μέλι.

Ένας σκορπιός τρυπήθηκε απ’ το κεντρί του μόνος του.
Κάποιο ρολόι αδέσποτο μπερδεύοντας τις ώρες,
χτυπούσε οκτώ στις έντεκα και δώδεκα στη μία.
Απάνω στο καμπαναριό ή μέσα στην καρδιά μου.

Ανοίξτε αμέσως για να μπει αυτός ο κάποιος – κάποιος.
Να μπει απ’ το παράθυρο όπως μια πεταλούδα
που με κοιτάει όταν κοιτώ μέσα στον εαυτό μου,
μες στο δικό μου πρόσωπο, το πρόσωπο ενός άλλου.

[Νάνος Βαλαωρίτης, Ποιήματα - 2 - Η ανισόρροπη Μούσα 1963-1965]

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Ενθάδε Κείται


Και μια φωνή μου ψιθυρίζει να’ ρθω εδώ να μείνω.
Στο κοιμητήριο των καλών προθέσεων,
στον τάφο μιας ωραίας ελπίδας
όπου θα καταθέσουνε στεφάνια οι ανθοδέσμες κι οι αυταπάτες.

Ενθάδε κείται η ιδέα που είχα για τον εαυτό μου.
Ολόκληρο ένα κεφάλαιο της ζωής μου είναι εδώ κλεισμένο.
Όταν όλα πήγαιναν καλά κι ήτανε όλα ρόδινα.
Μέσα στο βιβλίο που ήμουνα ο ίδιος, θύτης, θύμα κι αναγνώστης.

Αλλά δεν ήρθε εγκαίρως ο εαυτός μου στο μέρος το καθορισμένο.
Ίσως να σταμάτησε ένα ρολόι – κι ίσως αυτός που διάβαζε
να πήδηξε μια σελίδα απ’ το βιβλίο και να τ’ άφησε.
Ίσως ν’ άλλαξαν οι προφητείες και να σκοτείνιασαν οι οιωνοί.
  
Κι έμεινα με τη μετασχηματισμένη ιδέα του εαυτού μου.
Και τώρα ενθάδε κείται ο θυρωρός της σκέψης μου της κεντρικής.
Με τα’ αντικλείδι μου στου νου το χέρι ο κλέφτης
κι ο παλιατζής των αποφάσεων μου.
  
Ενθάδε κείται ωραία προκλητική η σελίδα.
Η χαμένη από τον εαυτό μου – αλλά κανείς δεν έμαθε
ποτέ το πώς και το γιατί να σκίστηκε από το βιβλίο.
Με τέτοιον τρόπο οριστικό και μυστηριώδη κι άγνωστο.

[Νάνος Βαλαωρίτης, Ποιήματα - 2 - Η ανισόρροπη Μούσα 1963-1965]



Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Το Ρολόι που Σταμάτησε στις Επτά


«Σ’ έναν από τους τοίχους του δωματίου μου κρέμεται ένα ωραίο παλιό ρολόι που δε δουλεύει πια. 
     Οι δείκτες του, σταματημένοι, δείχνουν πάντοτε την ίδια ώρα: εφτά ακριβώς.
     Σχεδόν πάντα, το ρολόι είναι μόνο ένα άχρηστο διακοσμητικό πάνω σ’έναν ασπριδερό και άδειο τοίχο. Ωστόσο, υπάρχουν δύο στιγμές στη διάρκεια της μέρας, δύο φευγαλέες στιγμές, που το παλιό ρολόι μοιάζει να ανασταίνεται από τις στάχτες του σαν το φοίνικα.
     Όταν όλα τα ρολόγια της πόλης μέσα στην τρελή τους πορεία δείχνουν εφτά, όταν όλοι οι κούκοι και τα μηχανικά γκονγκ σημάνουν εφτά φορές, το παλιό ρολόι της κάμαράς μου δείχνει να παίρνει ζωή. Δύο φορές την ημέρα, μία το πρωί και μία το βράδυ, το ρολόι μου νιώθει σε απόλυτη αρμονία με το υπόλοιπο σύμπαν.
     Αν κάποιος κοίταζε το ρολόι εκείνες τις δύο στιγμές θα έλεγε ότι λειτουργεί στην εντέλεια… Μόλις, όμως, περάσει εκείνη η στιγμή, όταν όλα τα ρολόγια πάψουν να σημαίνουν και οι δείκτες τους συνεχίσουν το μονότονο δρόμο τους, το παλιό μου ρολόι χάνει το βηματισμό του και παραμένει πιστό σ’εκείνη την ώρα που κάποτε σταμάτησε.
     Εγώ αγαπώ αυτό το ρολόι. Κι όσο περισσότερο μιλώ γι’ αυτό, τόσο περισσότερο το αγαπώ. Γιατί νιώθω ότι ολοένα και περισσότερο του μοιάζω.
     Είμαι κι εγώ σταματημένος σε μια στιγμή. Κι εγώ νιώθω καρφωμένος και ακίνητος. Κι εγώ είμαι, κατά κάποιον τρόπο, ένα άχρηστο διακοσμητικό σ’ έναν άδειο τοίχο.
     Όμως επίσης απολαμβάνω τις φευγαλέες στιγμές κατά τις οποίες, μυστηριωδώς, έρχεται η ώρα μου.
     Εκείνη την ώρα νιώθω ζωντανός. Όλα είναι ξεκάθαρα και ο κόσμος γίνεται υπέροχος. Μπορώ να δημιουργήσω, να ονειρευτώ, να πετάξω, να πω και να αισθανθώ περισσότερα πράγματα εκείνες τις στιγμές απ’ όσα όλον τον υπόλοιπο καιρό. Αυτές οι αρμονικές συγκυρίες επαναλαμβάνονται συχνά, σαν μια αναπόφευκτη αλληλουχία.
     Την πρώτη φορά που το ένιωσα προσπάθησα να γαντζωθώ σ’εκείνη τη στιγμή, νομίζοντας ότι θα μπορούσα να την κάνω να διαρκέσει για πάντα. Δεν έγινε έτσι όμως. Όπως στο φίλο μου, το ρολόι, έτσι κι εμένα μου ξεφέυγει ο χρόνος των άλλων.
     … Όταν περάσουν οι στιγμές αυτές, τα υπόλοιπα ρολόγια, που φωλιάζουν σε άλλους ανθρώπους, συνεχίζουν την πορεία τους, κι εγώ επιστρέφω στο ρουτινιάρικο στατικό μου θάνατο, στη δουλειά μου, στις συζητήσεις του καφενείου, στην ανία μου, που συνηθίζω να αποκαλώ ζωή.
     Ξέρω, όμως, ότι η ζωή είναι άλλο πράγμα.
     Ξέρω ότι η ζωή, η αληθινή, είναι το άθροισμα εκείνων των στιγμών που, μολονότι φευγαλέες, μας επιτρέπουν να αντιλαμβανόμαστε το συντονισμό μας με το σύμπαν.
     Σχεδόν όλος ο κόσμος νομίζει -ο δυστυχής- ότι ζει.
     Υπάρχουν μόνο στιγμές πληρότητας, και εκείνοι που δεν το ξέρουν κι επιμένουν να θέλουν να ζουν διαρκώς, θα μείνουν καταδικασμένοι στον γκρίζο και επαναληπτικό βηματισμό της καθημερινότητας.
     Γι’ αυτό σ’ αγαπώ, παλιό μου ρολόι. Γιατί εσύ κι εγώ είμαστε το ίδιο.»

Aπόσπασμα από το βιβλίο «Να σου πω μια ιστορία» του Jorge Bucay (Eκδόσεις Opera, 2008 - μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος), βασισμένο στο διήγημα του Papini «The Clock Stood at Seven». (Tο διήγημα είναι ένας μονόλογος ενός ατόμου που γράφει μόνος του στο δωμάτιό του).
Ο Μπουκάι προσθέτει το παρακάτω σχόλιο:

"Ίσως όλοι να ζούμε σε αρμονία μονάχα για ορισμένες στιγμές. Ίσως, τώρα, σ' αυτό το παρόν, η ώρα της αληθινής ζωής να συμπίπτει με την δική σου ώρα. Αν είναι έτσι πράγματι, απόλαυσέ την...! Μπορεί να περάσει...υπερβολικά γρήγορα."

Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Το Καφενείο των Ψυχών

Περνούσα απ' έξω όταν το μάτι μου έπεσε σε γνωστές φάτσες. Παρέες εδώ κι εκεί, πολλές εκ των οποίων αγαπημένες! Κάποιοι σηκώθηκαν να με υποδεχτούν σαν να ήρθα την κατάλληλη στιγμή που με περίμεναν. Κάποιοι άλλοι με κοίταξαν με ευχάριστη έκπληξη και μου έγνεψαν να σιμώσω. Άλλοι σήκωσαν το χέρι τους σχεδόν μηχανικά σε ένδειξη χαιρετισμού. Άλλοι πάλι -σε παρέες ή κατά μόνας- με βλέμμα κενό κοιτούσαν γύρω, χωρίς να γνωρίζω τι ακριβώς παρατηρούσαν ή σκέφτονταν. Τέλος, θαρρείς μέσα στην παραζάλη πως διέκρινα και κανά δυο βλέμματα ενοχλητικά σαν κουνούπια στραμμένα προς το μέρος μου.

Ξαφνιάστηκα. Μέχρι εκείνη την στιγμή ούτε που γνώριζα την ύπαρξη αυτού του ιδιότυπου καφενείου. Όλα όμως τούτα τα οικεία πρόσωπα που έβλεπα μπροστά μου, παρέσυραν γρήγορα τις σκέψεις μου περί της ύπαρξής του και με έσυραν στο εσωτερικό του. Έχοντας την αίσθηση ο,τι βρισκόμουν τυχαία σε ένα ραντεβού που δεν ήξερα ότι είχα δώσει, αποφάσισα να παραμείνω. Ωστόσο, προτίμησα να βολευτώ μοναχή μου σε ένα τραπεζάκι κάπου στην μέση του καφενείου των ψυχών και με την γνωστή νωθρότητα να απολαύσω το άρωμα και την γεύση του ελληνικού καφέ ανακατεμένα με το άρωμα και την γεύση των οικείων.

Δύο ρουφηξιές καφέ και ένα βλέμμα ηρεμίας. Όλοι τριγύρω είναι ίδιοι. Τέσσερις ρουφηξιές κι ένα βλέμμα εγρήγορσης. Όλοι τριγύρω διαφέρουν. Τραβάει τσιγάρο η υπόθεση. Καπνίζεις, δεν καπνίζεις, τραβάς μερικές τζούρες από το χαρμάνι των ψυχών. Κάμποσες ρουφηξιές καφέ μετά και κάμποσες τζούρες από το φτηνό χαρμάνι, σου φέρνουν πίσω τις σκέψεις περί υπάρξεως του καφενείου. Μα καλά, πώς δεν το είχες προσέξει ποτέ; Πώς δεν είχες ακούσει γι΄αυτό; Μια πιο προσεχτική ματιά σε φέρνει αντιμέτωπη με την πλήξη. Το καφενείο των ψυχών είναι βαρετό, αδιάφορο. Ίσως γι' αυτό δεν το είχες προσέξει ή ίσως να το είχες προσέξει αλλά γι' αυτό τον λόγο να το διέγραψε η μνήμη. Ποιος μπορεί να πει! Οι σκέψεις μετασχηματίζονται. Γίνονται σκέψεις περί της δικής σου υπάρξεως. Πόσο κοιμήθηκες και κατάφερες να δεις τούτο το όνειρο; Πότε έπαψαν να σε αφορούν οι άλλοι; Πότε ξεπέρασες τα ανθρώπινα μέτρα ή πότε σε ξεπέρασε η ζωή που κάνεις και πλέον -σχεδόν- αδιαφορείς;

Είσαι εσύ που πάντα έλεγες πως όλοι είναι μοναδικοί συμμέτοχοι σε ένα ενιαίο σύνολο;
Πού είναι η συμμετοχή σου τώρα;

Κάποιος απ' έξω ή από μέσα (δεν είσαι σίγουρη), σου μιλά! Είναι η ώρα να ξυπνήσεις. Κάνεις νόημα στον σερβιτόρο να πληρώσεις. Χαμογελάς και φεύγεις όπως ακριβώς ήρθες. Ξαφνιασμένη αλλά έτοιμη.



Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

τα 3 Μικρά Δέντρα


"Κάποτε στην κορφή ενός λόφου στέκονταν τρία μικρά δέντρα και ονειρεύονταν τι ήθελαν να γίνουν όταν μεγαλώσουν. 
>Το πρώτο κοίταξε ψηλά τα αστέρια και είπε: «Θέλω να φυλάω ένα θησαυρό. Θέλω να είμαι καλυμμένο με χρυσάφι και γεμάτο πολύτιμους λίθους. Θα είμαι το πιο όμορφο θησαυροφυλάκιο στον κόσμο!»

>Το δεύτερο κοίταξε μακριά ένα μικρό ποταμάκι που αργοκυλούσε στο δρόμο του για τη θάλασσα. «Εγώ θέλω να ταξιδεύω τις μεγάλες θάλασσες και να μεταφέρω δυνατούς βασιλιάδες. Θα είμαι το πιο δυνατό καράβι στον κόσμο!»

>Το τρίτο δέντρο κοίταξε χαμηλά στη κοιλάδα από κάτω, όπου δραστήριοι άντρες και γυναίκες δούλευαν σε μια πόλη γεμάτη ζωντάνια. «Εγώ δε θέλω να αφήσω την κορφή του βουνού. Θέλω να γίνω τόσο ψηλό που, όταν σταματούν οι άνθρωποι για να με κοιτάξουν, θα σηκώνουν τα μάτια τους στον ουρανό και θα σκέφτονται το Θεό. Θα είμαι το ψηλότερο δέντρο στον κόσμο.»
Τα χρόνια πέρασαν. Ήρθε η βροχή, βγήκε ο ήλιος και τα μικρά δέντρα ψήλωσαν. 

Μια μέρα τρεις ξυλοκόποι ανέβηκαν στο βουνό. 
>Ο πρώτος κοίταξε το πρώτο δέντρο και είπε: «Αυτό το δέντρο είναι όμορφο. Είναι ακριβώς αυτό που θέλω», είπε, και με μια κίνηση του αστραφτερού τσεκουριού του το δέντρο έπεσε. «Τώρα θα με κάνουν ένα όμορφο μπαούλο και θα φυλάω θαυμάσιους θησαυρούς!», είπε το πρώτο δέντρο...

>Ο δεύτερο ξυλοκόπος κοίταξε το δεύτερο δέντρο και είπε: «Αυτό το δέντρο είναι δυνατό. Είναι ακριβώς αυτό που θέλω», είπε, και με μια κίνηση του αστραφτερού του τσεκουριού έπεσε το δεύτερο δέντρο. «Τώρα θα ταξιδέψω τις μεγάλες θάλασσες!» σκέφτηκε εκείνο, «Θα γίνω δυνατό καράβι για δυνατούς βασιλιάδες!»...

>Το τρίτο δέντρο απογοητεύτηκε, όταν ο τελευταίος ξυλοκόπος κοίταξε κατά το μέρος του. Στεκόταν ευθύ και ψηλό και σημάδευε γενναία τον ουρανό. Ο ξυλοκόπος κοίταξε ψηλά και μουρμούρισε «Οποιοδήποτε δέντρο μου κάνει». Με μια κίνηση του αστραφτερού του τσεκουριού έπεσε και το τρίτο δέντρο...

>Το πρώτο δέντρο χάρηκε, όταν ο ξυλοκόπος το πήγε στον ξυλουργό. Αλλά εκείνος το έκανε παχνί για τα ζώα. Το άλλοτε όμορφο δέντρο δεν καλύφθηκε με χρυσό ούτε με θησαυρό. Το επένδυσαν με πριονίδια και το γέμισαν σανό για να τρώνε τα πεινασμένα ζώα μέσα σε ένα στάβλο.

>Το δεύτερο δέντρο χαμογέλασε, όταν ο ξυλοκόπος το πήγε στο ναυπηγείο, όμως κανένα δυνατό καράβι δε φτιάχτηκε εκείνη τη μέρα. Αντί γι' αυτό, το άλλοτε δυνατό δέντρο με το σφυρί και το πριόνι, έγινε μια βάρκα για ψάρεμα. Παραήταν μικρή και αδύναμη για να περάσει τους ωκεανούς ή ακόμα και ένα ποτάμι. Παρά μονάχα το πήγαν σε μια μικρή λίμνη.

>Το τρίτο δέντρο μπερδεύτηκε, όταν ο ξυλοκόπος το έκοψε σε δυνατά δοκάρια και το άφησε στο ξυλουργείο. «Τι έγινε;» αναρωτήθηκε το ψηλό αυτό δέντρο, «Αυτό που ήθελα πάντα ήταν να στέκομαι στην κορφή του βουνού και να δείχνω τον Θεό...».
Πολλές μέρες και νύχτες πέρασαν. Τα τρία δέντρα σχεδόν ξέχασαν τα όνειρά τους. 
Αλλά...

>Μια νύχτα, χρυσό φεγγαρόφως ξεχύθηκε πάνω στο πρώτο δέντρο καθώς μια νεαρή γυναίκα απόθεσε το νεογέννητο μωρό της μέσα στη φάτνη. «Μακάρι να μπορούσα να του φτιάξω μια κούνια», ψιθύρισε ο άντρας της. Η μητέρα έσφιξε το χέρι του και χαμογέλασε καθώς το φεγγαρόφωτο έλαμψε πάνω στο λείο και στιβαρό ξύλο. «Αυτή η φάτνη είναι όμορφη», είπε. Και ξαφνικά το πρώτο δέντρο κατάλαβε ότι κρατούσε τον μεγαλύτερο θησαυρό του κόσμου...
>Ένα βράδυ, ένας κουρασμένος ταξιδιώτης και οι φίλοι του μπήκαν σε μια παλιά ψαρόβαρκα. Ο ταξιδιώτης αποκοιμήθηκε, καθώς το δεύτερο δέντρο άνοιξε ήσυχα τα πανιά του μέσα στη λίμνη. Γρήγορα σηκώθηκε σφοδρή καταιγίδα γεμάτη κεραυνούς. Το μικρό δέντρο λύγισε απ' το φόβο. Ήξερε ότι δεν είχε τη δύναμη να μεταφέρει τόσους πολλούς επιβάτες με ασφάλεια μες στον αέρα και τη βροχή. Ο κουρασμένος άντρας ξύπνησε. Σηκώθηκε, άπλωσε το χέρι του και είπε: «Ησύχασε..!». Η καταιγίδα σταμάτησετόσο γρήγορα όσο είχε ξεκινήσει. Και ξαφνικά το δεύτερο δέντρο κατάλαβε ότι μετέφερε το βασιλιά του ουρανού και της γης...
>Μια Παρασκευή πρωί το τρίτο δέντρο ξαφνιάστηκε όταν τράβηξαν το δοκάρι του από τον ξεχασμένο σωρό με τα ξύλα. Δείλιασε καθώς το μετέφεραν μέσα από τους χλευασμούς του αγριεμένου πλήθους. Τρόμαξε, όταν οι στρατιώτες κάρφωσαν τα χέρια ενός άντρα πάνω του. Ένιωσε άσχημο, τραχύ και σκληρόκαρδο. Αλλά την Κυριακή το πρωί, όταν ανέτειλε ο ήλιος και η γη κάτω απ' το δέντρο άρχισε να τρέμει με χαρά, το τρίτο δέντρο ήξερε ότι η αγάπη του Θεού είχε αλλάξει τα πάντα. Είχε κάνει το τρίτο δέντρο δυνατό. Και κάθε φορά που οι άνθρωποι σκέφτονταν το τρίτο δέντρο, σκέφτονταν τον Θεό. Αυτό ήταν καλύτερο από το να είναι το ψηλότερο δέντρο στον κόσμο..."
Την ιστορία για τα 3 Μικρά Δέντρα μπορείτε να την βρείτε στο βιβλίο του Άκη Αγγελάκη, «Ιστορίες που δυναμώνουν την ψυχή» (Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, 2009) το οποίο προτείνω ανεπιφύλακτα 
ή να την ξαναδιαβάσετε στο βιβλίο «Η Ιστορία των Μικρών Δέντρων» της Angela Elwell Hunt (μεταφρασμένο από την Ελένη Λέκκου, Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, 2008)

Μπορείτε επίσης να την απολαύσετε με την μορφή βίντεο πατώντας εδώ
------------------------------------------------------------------------------------

Για όλα τα όνειρα που πιστεύουμε πως υπήρξαν μάταια υπάρχει ένα δυνατό 
"αλλά..."!
      Αλλά...δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πότε θα μας φανερωθεί!

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Ένα τρένο φεύγει-φεύγει





Ένα τρένο που πέρασε κι άφησε στις αποβάθρες μνήμες και δυο-τρία "μπαγκάζια" για σένα που από καιρό τερμάτισες το κοινό ταξίδι.
-------------------------------------------------------------------------------

Η ιδέα, σου είχε περάσει από το μυαλό την εποχή που ο οδηγός ήταν αδύναμος να οδηγήσει την αμαξοστοιχία. Άρχισες τότε να παρατηρείς προσεχτικότερα τους συνεπιβάτες σου. Εκείνοι της πρώτης σειράς σου φάνηκαν αρκετά θλιμμένοι. Κοίταξες και τους υπόλοιπους. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σου φάνηκαν επίσης θλιμμένοι. Ένιωσες όμως πως η θλίψη τους δεν ήταν μόνο για τον οδηγό. Ήταν και για τους ίδιους. Θλίψη για λανθάνουσες πράξεις, θλίψεις και για παραλήψεις. Αυτή η στραμμένη προς τους εαυτούς τους θλίψη, εκείνη την ώρα τους γέμισε με αγωνία και ανασφάλεια. Ανήμποροι στην πλειοψηφία τους να διαχειριστούν τον φόβο, από θλιμμένοι σου φάνηκαν ...θλιβεροί! Για την ακρίβεια, πιο θλιβεροί από ποτέ! Όσο για το ταξίδι... από κοινό,  άρχισες να το νιώθεις μοναχικό! Δεν αποβιβάστηκες ωστόσο. Κυρίως προς χάρη του συνοδηγού που τόσα χρόνια σου είχε χαρίσει με την σειρά του όμορφες διαδρομές! Πώς να εγκαταλείψεις την αμαξοστοιχία με τα τόσο όμορφα πρωινά; Πώς να στερήσεις την παρηγοριά στον πονεμένο πλέον οδηγό; Την μόνη παρηγοριά να βλέπει τους επιβάτες να παραμένουν στις θέσεις τους δείχνοντάς του αγάπη! Με ανάμεικτα συναισθήματα παρέμεινες μέχρι την ώρα που κι ο συνοδηγός κουράστηκε και σταμάτησε το ταξίδι του. Τότε -και μόνο τότε- πήρες την μεγάλη απόφαση της αποβίβασης! Στην ίδια κιόλας στάση, κατέβηκες χωρίς τύψεις, χωρίς ενδοιασμούς που άφηνες πίσω τους χρόνιους συνεπιβάτες - συντρόφους! Όλα τα ταξίδια κάποτε τελειώνουν κι αυτό το τρένο είχε γεράσει πια. Στάθηκες στην αποβάθρα κι ευχήθηκες για όλους Καλό Ταξίδι στους νέους τους προορισμούς! Κοίταξες το τρένο να ξεμακραίνει και...

θαρρείς πως ο καθρέφτης της καρδιάς σου θόλωσε για μια στιγμή! 









Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Ο Λαγός


Στο στερνό καταφύγιο του κήπου, ο καημένος ο λαγός σε μια σχεδόν ανύποπτη στιγμή -που με τα δύο σηκωμένα ποδαράκια του καθαρίζει και παστρεύει τα μουστάκια του- μπλέκει σε μπελάδες. Ο αδυσώπητος κυνηγός τον πλησιάζει, το τουφέκι ετοιμάζει και..."μπαμ" του ρίχνει. Ο καημένος ο λαγός τρέχει-τρέχει αλλά ο επίμονος κυνηγός επιχειρεί ξανά. Τη δεύτερη φορά είναι πιο εύστοχος και το "μπαμ" είναι πλέον μοιραίο.

[Όχι! Δεν το είπαμε σωστά αυτό το "παραμύθι"! 
Παίρνω την μαγική μου σβήστρα και σβήνω τα όσα γράφτηκαν.]

Παίρνω το μαγικό μου μολύβι και γράφω την
                                                 ιστορία από την αρχή...

Ο Λαγός ζει Ελεύθερος και ξέγνοιαστος στο μαγικό δάσος. Στο μαγικό δάσος δεν υπάρχουν κυνηγοί, μόνο φίλοι, καλές νεράιδες και ξωτικά, δροσερά ρυάκια, υπέροχος ήλιος και φυσικά πολλά καρότα! Στο μαγικό δάσος, υπάρχει κι η Λαγουδίτσα, η πιο στενή κι αγαπητή φίλη του λαγού. Μαζί τρέχουν και παίζουν όλη μέρα! Μοιράζονται την χαρά τους, τα καρότα τους, τις όμορφες σκέψεις τους, την σκιά κάτω από τα μεγάλα δέντρα. 

Η ζωή κυλά αιωνίως ξέγνοιαστα!!

Τα Λαγουδάκια ζουν καλά 
κι εμείς -που ξέρουμε που βρίσκεται το μαγικό δάσος- καλύτερα!!!  ;-)











Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Τα παλιά τραύματα

Post Traumatic Stress Disorder
ή ελληνιστί...
 Μετατραυματική Διαταραχή Στρες

Με απλούς όρους, στην ιατρική επιστήμη το τραύμα ορίζεται ως κάθε βίαιη καταστροφή ιστών, εσωτερική ή εξωτερική, ανεξάρτητα από το αίτιο που την προκάλεσε. Αντίστοιχα, στην επιστήμη της ψυχολογίας τραύμα θεωρείται η ένταση και το στρες που προκαλείται στο άτομο εξαιτίας κάποιου επώδυνου γεγονότος που έχει διαταράξει την συναισθηματική του ασφάλεια. 

Η ένταση αυτή-άλλοτε συνειδητή κι άλλοτε ασυνείδητη- λειτουργεί ανασταλτικά στην καλή ποιότητα ζωής του ατόμου. Δεν θα επεκταθώ αναφέροντας πιθανές συνέπειες. Θα ήθελα όμως να τονίσω πως όσοι φέρουν τέτοιου είδους τραύματα δυσκολεύονται να ξεπεράσουν δια παντός τον πόνο που προκλήθηκε. 

"Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός" 
λέει ο λαός και σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι αλήθεια αν με ρωτάς. Ο χρόνος που κυλά, "μαλακώνει" τα συμπτώματα του πόνου, σε κάνει να τον "συνηθίζεις" ή ακόμα και να ξυπνάς ένα πρωί και να μην θυμάσαι που ή ακόμα και γιατί πονούσες. 

Ευλογία της φύσης!! Θεϊκή πρόνοια!! Ανθρώπινη ανάγκη που την τρέφει η ζωή!!

-Παρατηρείς ότι έχεις βρει την δύναμη να αντέξεις και να ξεπεράσεις ίσως το τραύμα σου. Με τον καιρό έχεις μάθει να είσαι και πάλι λειτουργικός, έχεις φέρει σε μια ισορροπία τα συναισθήματά σου, έχεις ορίσει μια δική σου καλή ποιότητα ζωής.

Και ξάφνου...
αρχίζεις να νιώθεις μια σχεδόν γνώριμη ενόχληση! 
Νιώθεις πως το αγκάθι που είχες τραβήξει για να φύγει από το δέρμα σου, έχει αφήσει την μύτη του μέσα σου και σε τσιμπάει!! Σου θυμίζει πως υπάρχει..., σου τρυπάει την καρδιά από τον πόνο!

Αρχίζεις να βασανίζεσαι πάλι και αναρωτιέσαι αν θα πάψει ποτέ αυτός ο πόνος να υπάρχει.

-Ψυχή μου δεν ξέρω τι στ' αλήθεια συμβαίνει! Υποψιάζομαι πάντως πως η θύμηση του τραύματος θα φεύγει και θα έρχεται πότε-πότε, ίσως για να σε προστατεύει από παρόμοιους ή καινούριους πόνους που έχει η ζωή. Κάτι παρόμοιο με αυτό που μας έλεγαν στο σχολείο.. Αυτός που έχει ακουμπήσει στην φωτιά, έχει το "ένστικτο" και δεν ακουμπάει την εστία της ηλεκτρικής κουζίνας όταν είναι αναμμένη. Πότε-πότε, θα βιώνεις τον πόνο του τραύματος στον ύπνο σου και ίσως τότε πετάγεσαι ταραγμένη από το κρεβάτι. Συνειδητά όμως θα απωθείς το τραύμα και θα το διατηρείς κατά κανόνα κλειστό. Το ένστικτο επιβίωσης θα σε τρέφει πάντα. Μπορείς και θα μπορείς να ζεις! 

Κι όσο ζεις, θα μετατρέπεις το αρνητικό πρόσημο σε θετικό! Όπως θα έπρεπε να είναι το πρόσημο στην ζωή κάθε ανθρώπου.Όλων οι ζωές έχουν άσχημα και όμορφα. Αυτό είναι το μέτρο της ζωής μας. Όλοι βιώνουμε τον πόνο, τη θλίψη μα και τη χαρά και την ευτυχία. Οι χαρές -που όλοι αποζητούμε- είναι πιο φωτεινές και πιο μεγάλες όταν έχουμε βιώσει και τις θλίψεις! Όπως είναι η άνοιξη μετά από έναν βαρύ χειμώνα. 

Κι οι θλίψεις άρα, κι ασχήμιες και τα τραύματα έχουν το δικό τους ρόλο. 
"Τα παλιά τραύματα... έχουν μια δική τους ζωή" (a touch of spice, 1.33.37: "Old wounds...have a life of their own"). Ενώ τα νομίζουμε κλειστά, κάπου κάπου μας πονούν και μας θυμίζουν... 
Ο κρύος χειμώνας έχει την ιδιότητα να τα συντηρεί. Προς όφελος μας ίσως.
            
Μια συμβουλή - ευχή μονάχα έχω να σου δώσω:

Τα παλιά τραύματα και τον χειμώνα μην φοβάσαι!! 

Είναι η σκιά απλά από τις μεγάλες χαρές και την όμορφη άνοιξη που με βεβαιότητα θα έρθουν!!






Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Η παραβολή του χθεσινού βαρκάρη


Ήταν κάποτε ένας άντρας ξακουστός για την δύναμη του λόγου και του έργου του. Ένας άντρας που αναμφίβολα κάποια στιγμή άκουσε, διάβασε και κήρυξε...την παραβολή του "καλού Σαμαρείτη". Ένας άντρας με ταπεινή καταγωγή που η τύχη τα 'φερε να αποκτήσει μεγάλη εξουσία. Ο βασιλιάς, τον οποίο υπηρετούσε με αφοσίωση, φαίνεται πως κάποτε ευχαριστήθηκε μαζί του και θέλησε να τον ανταμείψει. Τον πήρε τότε από την ψαρόβαρκά του και τον έβαλε να διαφεντεύει σ' ένα από τα πολλά παλάτια του. 

Τιμή και δόξα για τον χθεσινό βαρκάρη! 

Τις μέρες διαδέχονταν οι μήνες, τους μήνες διαδέχονταν τα χρόνια. Οι σπουδαίοι καλεσμένοι -ανάμεσά τους και ο ίδιος ο βασιλιάς- που απολάμβαναν την καλή παρέα του ανθρώπου, πηγαινοέρχονταν διαρκώς. Με δράση, με γιορτές, με χαρά, η ζωή μέσα στο παλάτι κυλούσε γρήγορα.

Όχι όμως και η ζωή έξω από αυτό, που ο χθεσινός βαρκάρης δεν ξέχασε ποτέ. Απ' την πρώτη στιγμή που πέρασε το κατώφλι του, ζήτησε από τους φρουρούς να μην διώχνουν κανέναν απρόσκλητο επισκέπτη που ζητούσε να τον δει. Έτσι κι έγινε. Το νέο μαθεύτηκε γρήγορα και κόσμος άρχισε να καταφτάνει από παντού. Άλλος ήθελε απλά να δει τον ίδιο, άλλος να τον συμβουλευτεί, άλλος να του ζητήσει κάποια χάρη. Ο βαρκάρης τους είδε και τους άκουσε όλους. Τον έναν μετά τον άλλον. Μίλησε μαζί τους και προσπάθησε να νιώσει τον καθένα χωριστά. Σχεδόν όλοι τους ενώνονταν με τον ίδιο πόθο. Κάποια μέρα να ξεπεράσουν τα τείχη που χωρίζουν το παλάτι με τον "έξω κόσμο" και να ζήσουν με την εύνοια του Βασιλιά για πάντα όπως τούτος δω ο ανθρωπάκος. Όμως στα μάτια του χθεσινού βαρκάρη που είχε μεγάλη πείρα από την ζωή μέσα και έξω από το παλάτι, τούτοι οι άνθρωποι όσο κι αν έμοιαζαν μεταξύ τους άλλο τόσο διέφεραν. Έτσι επιχείρησε να εξηγήσει με διαφορετικό τρόπο στο καθένα το μυστικό για την κατάκτηση του "απώτερου σκοπού". Σύμφωνα με τη φύση και τη θέση του κάθε ανθρώπου και σύμφωνα με την δική του εμπειρία και γνώση, έπραξε αντίστοιχα. Άλλους τους ζήτησε να φύγουν και να ξανάρθουν μετά από αρκετό καιρό εξηγώντας τους πως δεν είναι έτοιμοι ακόμα να αξιωθούν τέτοια μεγαλεία. Άλλους τους καλοδέχτηκε χωρίς να τους πει κουβέντα, σε άλλους είπε το μεγάλο μυστικό!! 

Ο πόθος πραγματώνεται έξω από τα τείχη!
Εκεί που πραγματικά βρίσκεται ο Βασιλιάς. Όχι σε παλάτια και απομονωμένα κάστρα όπως κάποιοι πιστεύουν. Εκείνος υπάρχει εκεί που υπάρχει ο λαός του. Παρά την δύναμή του, είναι ένας από όλους τους υπόλοιπους. Τον συναντάς χωρίς να το γνωρίζεις. Σε γνωρίζει ακόμα κι όταν δεν τον συναντάς. Αγαπά αληθινά τον λαό του και ξέρει τον καθένα με το όνομά του. Μαθαίνει τα έργα όλων και φροντίζει να ανταποδίδει την καλοσύνη εν αγνοία τους (και πολύ σπάνια εις γνώση τους) όταν ικανοποιείται με τα καλά έργα των ανθρώπων. Σκαρφίζεται διάφορους τρόπους να δείξει την αξία της ενάρετης ζωής και να βοηθήσει ακόμη κι αυτούς που παρεκκλίνουν.

Αυτός είναι ο βασιλιάς. Ένας δίκαιος -γεμάτος αγάπη και σοφία- άνθρωπος ανάμεσά μας. 

Αυτή είναι η βασιλεία του. Ενημερώνεται για το λαό του και προσπαθεί να τον οδηγήσει στον δρόμο των αξιών. 

Αυτή είναι η εύνοια του. Ένας αγώνας ενάρετης ζωής που αργά ή γρήγορα επιβραβεύεται με τον πλούτο που ο καθένας λαχταρά!!!

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Ένα στα γρήγορα...


καφέ, ποτάκι, φαγητό, sex, παιχνίδι, καυγά, μπανάκι, post, τηλεφώνημα κλπ κλπ!

Ο χρόνος συχνά μας "πιέζει". Καλό είναι όμως ακόμα κι όταν το πρόγραμμά μας είναι φορτωμένο, να ξεκλέβουμε λίγες στιγμές για να εκφράζουμε την διάθεσή μας όποια κι αν είναι. Πάντα υπάρχει "λίγος" ελεύθερος χρόνος να εκφράσουμε τις ανάγκες μας. Αλίμονο σε εκείνους που δεν τις εκφράζουν! Πάντα υπάρχει χρόνος να πεις και να δείξεις -στον εαυτό σου και στους άλλους- πως νιώθεις και πως ένιωσες, τι χρειάζεσαι και τι θέλεις. 

Όσο γρήγοροι κι αν είναι οι ρυθμοί στη ζωή του καθενός...η συμβουλή μου και η φιλοσοφία μου είναι μια: Σπεύδε βραδέως!

Γιατί μόνο τότε θα προλάβεις να κάνεις σωστά αυτά που επιθυμείς να κάνεις. Γιατί μόνο τότε θα επωφεληθείς από την σβελτάδα σου χωρίς να έχεις να μετρήσεις και κάποιο κόστος . 

Ακόμα κι όταν λοιπόν ο χρόνος "τρέχει" κι εσύ τρέχεις ξωπίσω του να τον προλάβεις, σταμάτα για λίγο και:
πιες καφέ με τους φίλους σου,
κάνε έρωτα στα γρήγορα,
τσιμπήσει δυο μπουκιές από το πιάτο που έχεις μπροστά σου,
καυγάδισε με το άτομο που σε θύμωσε,
αντάλλαξε δυο κουβέντες,
δώσε τη βοήθειά σου και ένα χαμόγελο σε αυτόν που στο ζητά,
άνοιξε την εφημερίδα και ρίξε μια ματιά,
κόψε λίγο ταχύτητα στο αμάξι και οδήγησε με ασφάλεια για εσένα και τους άλλους,
στη βροχή, επιβράδυνε λίγο το βηματισμό σου και κράτα το βλέμμα σου ψηλά όπως την ομπρέλα σου, 
κάνε το τηλεφώνημα που αναβάλλεις,
πήγαινε ένα σύντομο περίπατο στη θάλασσα ή όπου επιθυμείς, 
κάνε λίγα λεπτά γυμναστική,
παίξε με το πιτσιρίκι που προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή σου,
πες ευχαριστώ, πες παρακαλώ, ζήτα συγνώμη, ζήτα τα "ρέστα", βάλε τα κλάματα, τις φωνές, ξέσπασε σε γέλια, δέσε τα κορδόνια σου, φτιάξε τα μαλλιά σου, 
παρατήρησε τις λεπτομέρειες που δεν θα πρόσεχες αν δεν βιαζόσουν!


Υ.Γ: Βρες καλές δικαιολογίες αν άργησες στην δουλειά σου, στο ραντεβού σου κλπ. Χαχα! Φρόντισε να μην το παρακάνεις!

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

Επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως


Δεδομένου ότι η επανάληψη συμβάλει ουσιαστικά στο να εμπεδώνουμε τις πληροφορίες που λαμβάνουμε και κατ' επέκταση να αποκτούμε γνώση, 

παραπέμπω στην προηγούμενη ανάρτησή μου Η μετριότητα παραμερίζεται
και επαναλαμβάνω:

{Σε συνθήκες δύσκολες, όπου ο κύκλος δεν μπορεί να χωρέσει πολλούς, αποφασίζει κανείς συνειδητά ή ασυνείδητα 
"αυτός μου κάνει, αυτός δεν μου κάνει".}

Προσοχή ωστόσο! Αν δεν πρόκειται για τον δικό σου κύκλο -τον έναν και μοναδικό που εσύ ορίζεις- μπορεί να βρεθείς έξω από τον κύκλο κάποιου άλλου. Με αξιοπρέπεια δέξου τις νέες συνθήκες. Λογικά γνωρίζεις ήδη πως...

{Έρχονται κάποιες στιγμές στις ζωές των πολλών που 
χρειάζεται να απομακρυνθείς ή να απομακρύνεις...

Και τότε γίνονται όλα σχεδόν αβίαστα. 
Η κάθε καινούρια μέρα που ξημερώνει και μοιάζει με την χτεσινή, σε πτωχεύει σε συμβατικές σχέσεις και σε πλουτίζει σε ουσιαστικές.}

Διαβάζοντας τα παραπάνω γοητεύομαι για μια ακόμη φορά από την δύναμη του γραπτού λόγου. Όχι του δικού μου συγκεκριμένα. Του γραπτού λόγου γενικά! "Scripta manent" (τα γραπτά μένουν) έλεγαν οι Λατίνοι κι αυτό από μόνο του είναι υπεροχή. Αυτό ωστόσο που γοητεύει εμένα προσωπικά είναι το γεγονός ότι ένα ανάγνωσμα ίδιο και απαράλλαχτο, με μια δεύτερη ματιά μπορεί να σου δώσει καινούρια ερεθίσματα σκέψης! Γι' αυτό αγαπώ τα βιβλία, γι΄αυτό γράφω στο καημένο το Blog που και που. Γιατί μ'αρέσει να ξαναδιαβάζω κάτι που με είχε "συγκινήσει".  Είναι σαν να επιστρέφεις σε έναν Τόπο που έχεις επισκεφτεί ήδη. Όσο καλά κι αν τον γνώρισες την πρώτη φορά, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν παρατήρησες κάποια στοιχεία του, που με την δεύτερη ματιά προκαλούν το ενδιαφέρον σου. Ακόμα κι αν πρόσεξες τα πάντα την πρώτη φορά, είναι σχεδόν βέβαιο πως στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την επόμενη επίσκεψή σου, κάτι στον τρόπο που κοιτάς, άλλαξε. 

Δεν ξέρω αν ένα από τα δυο ή και τα δυο ισχύουν, πάντως από την τελευταία φορά μέχρι σήμερα που έγραψα τα ίδια πράγματα, ο τρόπος που τα "είδα" ήταν ταυτόχρονα ο ίδιος μα και διαφορετικός! Για την ακρίβεια "ανάποδος" από ότι σκεφτόμουν όταν τα πρωτοέγραψα. Γι' αυτό ακριβώς θεώρησα σκόπιμο να υπογραμμίσω κάποια σημεία και να προσθέσω την παρατήρηση ότι μπορείς εύκολα να βρεθείς από την μια μεριά ή από την άλλη. Μπορεί άνετα να είσαι αυτός που απομακρύνει αλλά άνετα και αυτός που χρειάζεται να απομακρυνθεί... Το αποτέλεσμα ωστόσο είναι πάντα το ίδιο! Οι συμβατικές σχέσεις εξασθενούν και οι ουσιαστικές ενισχύονται! Για μένα ειδικά που σπάνια αποχωρίζομαι το "κοσκινάκι" (...) και μου αρέσουν "οι καλοί λογαριασμοί με τους καλούς φίλους", το αποτέλεσμα είναι σπουδαίο!

Φύλαξε την όμορφη εικόνα και "αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει"! 



Καλή συνέχεια σε όλους!